λεξικό

λεξικό
Κατάλογος ή συλλογή λέξεων μίας γλώσσας, μίας διαλέκτου ή καθορισμένης ύλης, διατεταγμένων κατά κάποια συγκεκριμένη τάξη –συνήθως αλφαβητική– και με την αντίστοιχη ερμηνεία στην ίδια ή σε μια άλλη γλώσσα. Ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό, τα λ. διακρίνονται σε: ερμηνευτικά των λέξεων μιας γλώσσας ή μιας διαλέκτου σε άλλη· ετυμολογικά, όταν υποδηλώνουν ειδικά την παραγωγή μίας λέξης από μία άλλη ή την αναλογία μίας λέξης με άλλες· λ. των συνωνύμων, όταν εξηγούν τις διαφορές μεταξύ λέξεων που έχουν σχεδόν κοινή σημασία· βιογραφικά, όταν αναφέρονται σε βιογραφίες ατόμων από όλο τον κόσμο ή από μια συγκεκριμένη χώρα ή, ακόμα, ατόμων που ασκούσαν μια συγκεκριμένη δραστηριότητα· τεχνικά, μιας καθορισμένης ύλης (όπως η ιατρική, η βοτανική, η τέχνη κλπ.). Υπάρχουν επίσης λ. που ονομάζονται εγκυκλοπαιδικά και αναφέρονται σε όλους τους κλάδους της ανθρώπινης γνώσης. Το εγκυκλοπαιδικό λ. είναι εκείνο που προσφέρει πληροφορίες εγκυκλοπαιδικού χαρακτήρα και περικλείει επιπλέον το λ. μιας γλώσσας. Ιστορία. Αν και ο όρος λ., με τη σημερινή έννοια, είναι μεταγενέστερος, η λεξικογραφία ως φιλολογικό είδος εμφανίστηκε κατά την αλεξανδρινή εποχή. Τότε οι γραμματικοί και οι σχολιαστές των αρχαίων κειμένων –κυρίως του Ομήρου– συγκρότησαν τα πρώτα λ. της αρχαίας ελληνικής. Οι γνωστότεροι από τους λεξικογράφους αυτούς ήταν ο Ζηνόδοτος ο Εφέσιος (3ος αι. π.Χ.), ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (3ος-2ος αι. π.Χ.), ο Δίδυμος ο Χαλκέντερος (1ος αι. π.Χ.), ο Αρποκρατίων (1ος αι. μ.Χ.), ο Πολυδεύκης (2ος αι. μ.Χ., συγγραφέας του περίφημου Ονομαστικού), ο Φρύνιχος (2ος αι. μ.Χ.) κ.ά. Την παράδοση αυτή συνέχισαν οι βυζαντινοί Αλεξανδρινός Ησύχιος (5ος-6ος αι. μ.Χ.), πατριάρχης Φώτιος (9ος αι.) και οι άγνωστοι συντάκτες των λ., με τίτλο Σούδα (10ος αι.) και Μέγα Ετυμολογικόν (10ος αι.). Πολύ λίγα μας είναι γνωστά για τα λ. της ρωμαϊκής αρχαιότητας. Είναι γνωστό ότι ο Βάρων ασχολήθηκε με τη λεξικογραφία στο έργο του De lingua latina και ότι ο γραμματικός Βέριος Φλάκος, που έζησε στη Ρώμη τον καιρό του Αυγούστου, έγραψε ένα λ. σε είκοσι βιβλία, με τον τίτλο De verborum significatione. Ο Μεσαίωνας κληροδότησε κυρίως φιλολογικά δοκίμια, ωστόσο αρκετά ελλιπή. Ένα είδος λόγιας εγκυκλοπαίδειας, με τον τίτλο Etymologiae, έγραψε ο Iσίδωρος της Σεβίλης, ενώ σημαντικά λ. συνέταξαν οι Άραβες τον 9o αι. Με την Αναγέννηση και την εφεύρεση της τυπογραφίας οι λεξικογραφικές μελέτες αυξήθηκαν. Αξιοσημείωτη υπήρξε η προσφορά των μοναχών του Πορτ Ρουαγιάλ, οι οποίοι, εφαρμόζοντας στη φιλοσοφία της γραμματικής μια βαθιά λογική, προσπαθούσαν να ανακαλύψουν τα θεμέλια της ανθρώπινης γλώσσας. Πολλά σημαντικά λεξικογραφικά έργα τυπώθηκαν το 1531, όταν ο Ρομπέρ Ετιέν δημοσίευσε το Thesaurus linguae latinae το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως υπόδειγμα στο Lexicon totius latinatis, έργο που έγραψε σε 40 χρόνια ο Ετζίντιο Φορτσελίνι, υπό τη διεύθυνση του Τζιάκομο Φατσολάτι. Έπειτα από πολλά λ. που γράφονταν στη γλώσσα της χώρας όπου εκδίδονταν, αλλά με την ερμηνεία στα λατινικά, εμφανίστηκε το εθνικό λ. Η Ιταλία υπήρξε πρώτη χώρα που εξέδωσε εθνικό λ. με το Vocabolario degli Accademici della Crusca, το 1612. Ακολούθησαν, το 1694 η πρώτη έκδοση του γαλλικού Dictionnaire de l’ Académie Française (1726-39), το ισπανικό Diccionario de la Academia Espanλεξικόola και το 1881 το βρετανικό Oxford Dictionary. Η έλλειψη ενός συγχρονισμένου λ. της αρχαίας ελληνικής έγινε ιδιαίτερα αισθητή κατά τους χρόνους της Αναγέννησης, περίοδος κατά την οποία το ενδιαφέρον για τις κλασικές σπουδές ήταν ιδιαίτερα αυξημένο. Την ανάγκη αυτή κάλυψε ο Ανρί Ετιέν με τον περίφημο Θησαυρό της ελληνικής γλώσσας (1572). Ένα από τα πιο αξιόλογα –κλασικό στο είδος του– λ. της αρχαίας ελληνικής (με ερμηνεία των λέξεων στα αγγλικά) είναι το Greek-English Lexicon των Λίντελ και Σκοτ (Η. Liddell και R. Scott), αναθεωρημένο από τον Σ. Τζόουνς κ.ά. Μνημειώδες, αλλά ανεπαρκές λ. της μεσαιωνικής ελληνικής γλώσσας είναι αυτό του Δουκαγγίου (Du Cange) με τίτλο Glossarium ad scriptores mediae et infirmae graecitatis (1688). Χρήσιμο στον ίδιο τομέα είναι και το Greek Lexicon of the Roman and Byzantine Periods (1870), του Έλληνα Ε. Σοφοκλή, το οποίο καλύπτει την ελληνική γλώσσα της περιόδου από το 146 π.Χ. έως το 1100 μ.Χ. Επίσης, έχει δημοσιευθεί το πολύ εμπεριστατωμένο Patristic Greek Lexicon (1961) του Τ. Λαμπ, που περιλαμβάνει τις λέξεις που απαντούν στα κείμενα των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας, δηλαδή το μεγαλύτερο μέρος της βυζαντινής λόγιας γλώσσας. Όσο για τη βυζαντινή δημώδη γλώσσα, την οποία ανεπαρκώς καλύπτει το Glossarium του Δουκαγγίου, το 1969 άρχισε να εκδίδεται το Λεξικό της μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας (13 τόμοι έως το λήμμα «οξώτερος», 1994) του Ε. Κριαρά, που στηρίζεται στα σχετικά κείμενα της περιόδου 1100-1669. Από τις αρχές του 19ου αι. έγιναν προσπάθειες για τη σύνταξη ενός λ. όλης της ελληνικής γλώσσας (αρχαίας, μεσαιωνικής, νεότερης) με πολύ μέτρια όμως αποτελέσματα, τουλάχιστον όσον αφορά την πληρότητα και την ακρίβεια του μέρους που αναφέρεται στη μεσαιωνική και στη νεότερη ελληνική γλώσσα. Επισημαίνονται σχετικά το τρίτομο λ. του Άνθιμου Γαζή (1809-16), το μικρότερο του Κ. Κούμα (1826) και η Κιβωτός (1819-21), ημιτελές έργο ενός κύκλου Κωνσταντινουπολιτών λογίων (εκδόθηκαν μόνο 4 τόμοι με τα γράμματα α-δ). Ενδεικτικά των γλωσσικών κατευθύνσεων που επικράτησαν μετά τη σύσταση του ελληνικού κράτους είναι τα λεξικογραφικά έργα του Σκαρλάτου Βυζαντίου, με τίτλο Λεξικόν της καθ’ ημάς ελληνικής διαλέκτου μεθερμηνευομένης εις το αρχαίον ελληνικόν (1835) και του Στεφάνου Κουμανούδη, με τίτλο Συναγωγή αθησαύριστων λέξεων (1883) και Συναγωγή των λέξεων των υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων (1900). Τέλος, αναφέρεται το Μέγα λεξικόν της ελληνικής γλώσσης (έκδοση Δ. Δημητράκου, 1958, 9 τόμοι), με λέξεις της αρχαίας, της μέσης και της νεότερης ελληνικής. Στις αρχές του 20ού αι. εκδόθηκε το Λεξικόν της ελληνικής γλώσσης της Πρωίας (1933) και το Λεξικόν της νέας ελληνικής γλώσσης, καθαρευούσης και δημοτικής του Ι. Σταματάκου. Το κέντρο σύνταξης του Ιστορικού Λεξικού της νέας ελληνικής της Ακαδημίας Αθηνών εργάζεται για το Ιστορικόν Λεξικόν της νέας ελληνικής της τε κοινώς ομιλουμένης και των ιδιωμάτων και έχει εκδώσει τους 5 πρώτους τόμους (λήμματα «α-δαχτυλωτός», 1933-89). Ιδιαίτερα αξιόλογα λ. είναι το Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής (1967) του Ν. Ανδριώτη, το Αντιλεξικόν του Θ. Βοσταντζόγλου (1962, με κατάταξη των λέξεων όχι αλφαβητικά αλλά κατά ενότητες εννοιών) και το Αντίστροφον Λεξικόν του Γ. Κουρμούλη (1967, με βάση αλφαβητικής κατάταξης την κατάληξη των λέξεων και όχι την αρχή τους), ενώ σήμερα ξεχωρίζουν το Ελληνικό Λεξικό (1995) των εκδόσεων Tεγόπουλος-Φυτράκης και το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (1998) του Γ. Μπαμπινιώτη. Προμετωπίδα της στ’ έκδοσης του «Λεξικού της Γαλλικής Ακαδημίας» (η πρώτη έκδοσή του έγινε το 1694). Το «Μείζον Ελληνικό Λεξικό» των εκδόσεων Τεγόπουλος-Φυτράκης.
* * *
το (Α λεξικόν)
συναγωγή λέξεων οι οποίες χρησιμοποιούνται από έναν συγγραφέα ή από ομάδα συγγραφέων, αλλ. γλωσσάριο («ομηρικό λεξικό»)
νεοελλ.
1. βιβλίο που περιέχει με αλφαβητική ή με άλλη σειρά λέξεις μιας γλώσσας με την ερμηνεία τους στην ίδια ή σε άλλη γλώσσα ή με την ετυμολογία τους ή με την ερμηνεία και την ετυμολογία τους ταυτόχρονα (α. «ερμηνευτικό λεξικό τής αρχαίας ελληνικής» β. «ελληνοαγγλικό λεξικό»)
2. βιβλίο στο οποίο είναι συγκεντρωμένοι οι όροι ενός κλάδου τής επιστήμης ή όλων τών επιστημών και τεχνών με την ερμηνεία τους (α. «λεξικό ναυτικών όρων» β. «ιστορικό λεξικό» γ. «εγκυκλοπαιδικό λεξικό»)
3. γλωσσ. το σύνολο τών μονάδων, ιδίως τών λέξεων, μιας γλώσσας το οποίο έχει στη διάθεσή της για να επικοινωνεί ολόκληρη η αντίστοιχη κοινότητα που χρησιμοποιεί τη γλώσσα αυτή, σε αντιδιαστολή με το λεξιλόγιο, που είναι το σύνολο τών όρων τους οποίους χρησιμοποιεί ένα συγκεκριμένο άτομο σε μια δεδομένη περίσταση
4. φρ. «ορθογραφικό λεξικό» — βιβλίο στο οποίο περιέχονται οι λέξεις μιας γλώσσας με την ορθή γραφή τους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. λεξικόν (ενν. βιβλίον), ουσιαστικοποιημένο ουδ. τού επιθ. λεξικός < λέξις. Τη λ. δανείστηκαν διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες, πρβλ. αγγλ. lexicon].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • λεξικό — το η αλφαβητική καταγραφή των λέξεων μιας γλώσσας και η ερμηνεία τους: Αγόρασα χθες ένα λεξικό της αγγλικής γλώσσας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Εγκυκλοπαίδεια ή Συστηματικό λεξικό των επιστημών, των τεχνών και των επαγγελμάτων — (Encyclopédie). Εκλαϊκευτικό έργο της επιστήμης και της φιλοσοφίας που εκδόθηκε στο Παρίσι από το 1751 έως το 1772. Περιλάμβανε 17 τόμους, επιπλέον 11 τόμους με πίνακες, ένα πεντάτομο συμπλήρωμα και ένα δίτομο ευρετήριο. Η Ε., πρώτη πρακτική… …   Dictionary of Greek

  • Dracma griega moderna — † Ελληνική δραχμή en Idioma griego …   Wikipedia Español

  • Σούδα — I Τίτλος βυζαντινού λεξικού του 10ου αι. Και οι δύο τύποι του ονόματος είναι δυσετυ μολόγητοι. Η παλιά γραφή Σουίδας (λεξικό του Σουίδα) ελέγχεται λαθεμένος. Έχει διατυπωθεί η γνώμη ότι ο όρος «Σούδα» αποτελεί παραφθορά της λατινικής λέξης Guida… …   Dictionary of Greek

  • ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ —   Aerts W. J. (1965), Periphrastica. An investigation into the use of είναι and έχειν as auxiliaries or pseudo – auxiliaries in Greek from Homer up to the present day, Amsterdam.   Ανδριώτης Ν. (1971), Ετυμολογικό λεξικό της κοινής νεοελληνικής,… …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • Malakas — For the character in Tagalog mythology, see Philippine mythology#Creation stories. Malakas (Greek: μαλάκας) is a Greek slang word, whose literal translation is wanker but the usage of the term varies. Common alternative meanings include arsehole… …   Wikipedia

  • Stremma — The stremma (Greek:στρέμμα, plural στρέμματα) is a Greek unit of land area, equal to 1000 square metres, also called the royal stremma. The name comes from a root meaning to turn , presumably referring to the amount of land that can be… …   Wikipedia

  • Mangas — This article is about the social group in the Belle Époque era. For Japanese comics, see manga. For the district of the Ancash Region in Peru, see Mangas District. Manges (Greek: μάγκες [ˈma(ɲ)ɟes], sing.: μάγκας mangas [ˈma(ŋ)ɡas]) is the name… …   Wikipedia

  • Timeline of modern Greek history — Greek War of Independence (1821 1829)= *1821, March 25: Metropolitan Germanos of Patras blesses a Greek flag at the Monastery of Agia Lavra. Greece declares its independence. Beginning of the Greek War of Independence *1821, 10 April, Easter… …   Wikipedia

  • Dimitri Kitsikis — (Greek: Δημήτρης Κιτσίκης) (born 2 June 1935 in Athens, Greece) is a Greek Turkologist, Professor of International Relations and Geopolitics. He has also published poetry in French and Greek. Contents …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”